ὑπερθετικῶν

ὑπερθετικῶν
ὑπερθετικός
superlative
fem gen pl
ὑπερθετικός
superlative
masc/neut gen pl

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Look at other dictionaries:

  • περάτη — ἡ, Α (ενν. χώρα) το άκρο τού ουρανού που βρίσκεται απέναντι από την ανατολή, δηλαδή η δύση 2. το νότιο ημισφαίριο 3. (σπάν.) η ανατολή. [ΕΤΥΜΟΛ. < πέρατα, πληθ. τού πέρας πιθ. κατ επίδραση τών υπερθετικών σε ατος] …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”